Μια ιστορία σαν το παραμύθιν, που εγίνην πριν κάμποσα, γρόνια. κατά το 1890, στο χωρκόν «Εξίκκιν», της έβδομης επαρχίας της Κύπρου, της «Αναπαλωτούσας». Στην Χώραν, ένας νέος δάσκαλος πά’ στα τριάντα, ο Λέων Μελέτιος, ο Σοφός, δκιαβάζει στην εφημερίδαν ότι στο χωρκόν «Εξίκκιν» της επαρχίας «Αναπαλωτούσας» κάποιος γιατρός με το όνομαν Στερατζ̆ιώτης ζητά δάσκαλον για την κόρην του. Πκιάννει την στράταν τζ̆αι πηαίννει. Φτάννει στο χωρκόν τζ̆αι που τους πρώτους που βρίσκει τζ̆αι συντυχάννει μιτά τους καταλάβει ότι κάτι εν πάει καλά με τον νουν τους. Σάπμου τζ̆εν ούλλοι ττακκουρημένοι. Ύστερα μαθθαίννει ότι το χωρκόν δέρνει το μια κατάρα που γρόνια, που τους κάμνει να γεννιούνται ούλλοι μαννοί μα τζ̆αι να μεν ιμπόρουν να αγαπήσουν. Τζ̆αι το σ̆ειρόττερον, όποιος μείνει στο χωρκόν πάνω που κοστέσσερεις ώρες μαννεύκει τζ̆αι τζ̆είνος, εξόν τζ̆’ αν καταφέρει να γητέψει την κατάραν πριχού να μαννέψει. Η μαθήτρια του, η Σοφία, που κατά τον λον εν’ δεκαεννιά γρονών εν’ σωστή ανεράδα στην ομορκιάν, μα θεόμαννη. Ο δάσκαλος, ερωτεύκεται την τζ̆αι παλεύκει να την μάθει γράμματα, μέσα σε κοστέσσερεις ώρες, να την γιατρέψει που την μαννοσύνην της, να γητέψει την κατάραν για να μπορέσει τζ̆αι τζ̆είνη να τον αγαπήσει. Κάτι που εν το εκατάφερεν κανένας ως τωρά . Όσοι εδοτζ̆ιμάσαν, για εφύαν πριχού να περάσουν οι κοστέσσερεις ώρες, για εμείναν τζ̆’ εμαννέψασιν τζ̆αι τζ̆είνοι.
Ο άρκοντας του χωρκού, ο Κοτζ̆ιάπασ̆ης, θέλει να παντρευτεί τζ̆είνος την Σοφίαν, γιατί λαλεί ότι μανιχά έτσι έννα σπάσει η κατάρα, μα τζ̆είνη εν τον θέλει. Το έργον του δασκάλου εν’ πολλα δύσκολον. Γιατι εκτός που την απίστευτην μαννοσύνην της κόρης, έσ̆ει τζ̆αι το αντρόσ̆ιν του Κοτζ̆ιάπασ̆η.
Ένα ευφυές θεατρικό παραμύθι, γραμμένο με παιγνιώδη και παρωδιακή διάθεση, μια έξυπνη φάρσα πάνω στην ανθρώπινη βλακεία, μία σύγχρονη παραβολή, που μιλάει με άκρως ανάλαφρο και χιουμοριστικό τρόπο για τον φόβο, την υποταγή, τις προκαταλήψεις, την άγνοια, τις δεισιδαιμονίες και την χειραγώγηση της γνώσης και της μόρφωσης. Στο τέλος, ο έρωτας δίνει τη λύση «Που την Σοφίαν μου έμαθα πως εν έσει τίποτε στον κόσμον, είτε καλόν, είτε κακόν που να μπορεί να νιτζήσει μια καρκιάν, δοσμένη στην αγάπην..» λέει ο δάσκαλος. Έργο μεταφρασμένο στην κυπριακή διάλεκτο από ένα πολύ καλό γνώστη – Μιχάλη Ττερλικκά – και τοποθετημένο σ’ ένα φανταστικό χωριό μιας φανταστικής έβδομης επαρχίας της Κύπρου πριν καμπόσα γρόνια.
Συντελεστές
Μετάφραση/Διασκευή στην Κυπριακή Διάλεκτο: Μιχάλης Ττερλικκάς
Σκηνοθεσία : Ανδρέας Μελέκης, Σκηνικά/Κοστούμια : Λάκης Γενεθλής
Μουσική /Μουσική επιμέλεια: Βαλεντίνος Βαλιαντή
Ηθοποιοί : Σοφοκλής Κασκαούνιας, Ζωή Κυπριανού, Ανδρέας Μελέκης,
Χρίστος Τουμάζου, Φοίβος Γεωργιάδης, Μόνικα Μελέκη, Μαρία Ζορλή, Δημήτρης Χ’’Παύλου, Ειρήνη Αθανασίου και Χρίστος Κυριάκου.